Η σειρά Killing Floor ξεκίνησε το 2005 ως ένα fan-made mod για το Unreal Tournament και γρήγορα εξελίχθηκε σε μια από τις πιο αναγνωρίσιμες co-op εμπειρίες επιβίωσης απέναντι σε ορδές τεράτων. Το Killing Floor 2, του 2016, άφησε ισχυρό αποτύπωμα με το σύστημα αποκεφαλισμών, το gore engine και την έντονα campy αισθητική του. Το Killing Floor 3 ανακοινώθηκε το 2023, με την υπόσχεση ότι θα εκμεταλλευτεί τη δύναμη της Unreal Engine 5 και θα φέρει τη σειρά σε μια νέα εποχή. Ωστόσο, η ομάδα ανάπτυξης της Tripwire Interactive έχει αλλάξει ριζικά. Eλάχιστοι έχουν παραμείνει από τα παλιά μέλη και η σκυτάλη έχει περάσει σε νέα διευθυντικά χέρια με διαφορετικό όραμα.
Αυτή η αλλαγή κατεύθυνσης είναι ξεκάθαρη ήδη από τα πρώτα βήματα της ανάπτυξης. Ο νέος καλλιτεχνικός διευθυντής, με υπόβαθρο στη δημιουργία τεράτων, αποφάσισε να απομακρύνει τη σειρά από το την campy ταυτότητα του, καθώς και το βρετανικό χιούμορ των προηγούμενων τίτλων, και να τη φέρει πιο κοντά σε μια «Christopher Nolan» αισθητική. Kαθαρές, ψυχρές εικόνες, πιο grounded χαρακτήρες και μια πιο σοβαρή διάθεση. Αυτό όμως δημιούργησε ρήγμα με το παλιό κοινό. Στο πρώτο closed test οι αντιδράσεις ήταν καταστροφικές. Oι fans διαμαρτυρήθηκαν για έλλειψη περιεχομένου, ξεκλείδωμα χαρακτήρων δεμένο αποκλειστικά με perks και μια γενική αίσθηση πως το παιχνίδι είχε χάσει την ταυτότητά του. Η Tripwire αναγκάστηκε να καθυστερήσει την κυκλοφορία, αλλά οι αλλαγές που έγιναν ήταν επιφανειακές.
Gameplay & μηχανισμοι
Στην καρδιά του, το Killing Floor 3 παραμένει ένα co-op shooter για έως έξι παίκτες, με δομή βασισμένη σε κύματα εχθρών και ένα τελικό boss fight. Όπως και στα προηγούμενα, οι παίκτες σκοτώνουν ορδές από Zeds, συγκεντρώνουν χρήματα και αγοράζουν όπλα ανάμεσα στους γύρους. Ωστόσο, πολλές αλλαγές στους μηχανισμούς προκάλεσαν αντιδράσεις. Αντί για το κλασικό σύστημα με perks που μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από οποιονδήποτε χαρακτήρα, τώρα οι ικανότητες είναι δεμένες σε έξι συγκεκριμένους agents. Αυτό δίνει μεγαλύτερη οπτική ταυτότητα και πιο σαφή ρόλους, αλλά περιορίζει δραματικά την ελευθερία επιλογών που χαρακτήριζε τη σειρά.
Στα θετικά, η δυνατότητα προσθήκης modifiers στα όπλα φέρνει βάθος, θυμίζοντας Call of Duty. Μπορείς να προσθέσεις, μεταξύ άλλων, πυρομαχικά ειδικού τύπου ή grips, δημιουργώντας όπλα προσαρμοσμένα στο playstyle σου. Νέα στοιχεία gameplay όπως turrets, zip-lines και gadgets (skills τύπου ultimate) προσπαθούν να φέρουν ποικιλία, με το πιο εντυπωσιακό να είναι το homing arrow του sharpshooter. Ωστόσο, αυτά τα στοιχεία είναι ανεπαρκώς υλοποιημένα ή κουραστικά.
Παρ’ όλα αυτά, η μάχη διατηρεί την ένταση που έκανε τη σειρά διάσημη. Στις καλές του, προσφέρει πραγματικά “shooter fever dreams”, γεμάτα αδρεναλίνη, gore και φρενήρεις μάχες. Όμως, η επανάληψη του ίδιου μοτίβου wave-shop-boss γρήγορα κουράζει, ειδικά όταν λείπουν events και εναλλακτικά modes όπως εκείνα που πλούτισαν το Killing Floor 2. Αυτό μάλιστα, γίνεται έντονο κοντά στο 10ο level, από τον πρώτο χαρακτήρα, που εξαντλείς τις υποτυπώδεις αποστολές σχετικές με την “ιστορία”.
Τεχνικη αποδοση
Η μετάβαση στην Unreal Engine 5 δημιούργησε μεγάλες προσδοκίες, όμως το τελικό αποτέλεσμα απογοητεύει σε αρκετά σημεία. Το παιχνίδι απαιτεί σχετικά δυνατό hardware για να τρέξει ομαλά, ενώ ακόμη και τότε εμφανίζονται κολλήματα και frame drops. Στις κονσόλες η κατάσταση είναι χειρότερη. Στο PS5 Pro, για παράδειγμα, η ανάλυση πέφτει αισθητά, η εικόνα δείχνει θολή και η απόδοση θυμίζει Xbox Series S. Το framerate παρουσιάζει αστάθεια, ειδικά όταν γεμίζει η οθόνη από δεκάδες εχθρούς, κάτι που διακόπτει την αίσθηση ροής που είναι τόσο σημαντική σε shooters με γρήγορη δράση. Επίσης, φαίνεται πως σε ορισμένα συστήματα crash-άρει χωρίς κάποιον ουσιαστικό λόγο.
Τα προβλήματα δεν σταματούν στην απόδοση. Το interface έχει δεχθεί έντονη κριτική για κακό σχεδιασμό, με στοιχεία HUD που μπερδεύουν τον παίκτη, ενώ ο χειρισμός στις κονσόλες είναι άβολος. Το mapping πολλών λειτουργιών στο ίδιο κουμπί προκαλεί εκνευριστικά λάθη στη μάχη. Για παράδειγμα, μπορεί να θες να κάνενις reload και να βρεθείς ξαφνικά να αλληλεπιδράς με πόρτες ή αντικείμενα. Η έλλειψη σαφήνειας και η κακή υλοποίηση δείχνουν ότι το παιχνίδι σχεδιάστηκε πρωτίστως για PC και έγινε πρόχειρη προσαρμογή στις κονσόλες.
Στον ήχο, οι εντυπώσεις είναι επίσης ανάμεικτες. Η μουσική έχει κάποιες δυνατές στιγμές, ειδικά στις πιο έντονες στιγμές, όμως η μίξη είναι κάπως… μεχ. Τα ηχητικά εφέ των εχθρών ακούγονται συχνά “μέσα από ένα βαρέλι”, χωρίς σαφή διαφοροποίηση, με αποτέλεσμα να είναι δύσκολο να αναγνωρίσεις πότε πλησιάζει ένας συγκεκριμένος εχθρός.
Το περίφημο gore system “M.E.A.T.” επιστρέφει, αλλά δεν έχει την ίδια ακρίβεια, ούτε προκαλεί τον εντυπωσιασμό που έφερνε στο Killing Floor 2. Ουσιαστικά, έχει λιγότερο αντιδραστικά animations και πιο θολές λεπτομέρειες.
Ταυτοτητα
Το Killing Floor ήταν πάντα γνωστό για το ιδιαίτερο μείγμα τρόμου, μακάβριου χιούμορ και της campy αισθητικής, όπως προανέφερα. Στο τρίτο μέρος, όμως, η Tripwire αποφάσισε για κάποιον ανεξήγητο λόγο να στραφεί προς μια πιο σοβαρή, κινηματογραφική κατεύθυνση. Ναι, τα περιβάλλοντα είναι πιο καθαρά και sci-fi και οι χαρακτήρες έχουν πιο σοβαρό ύφος, ενώ το παιχνίδι προσπαθεί να παρουσιαστεί ως πιο grounded. Η ουσία όμως έχει χαθεί στην μετάφραση. Αυτή η επιλογή έχει διχάσει. Ενώ κάποιοι φαίνεται να εκτιμούν τη νέα ατμόσφαιρα, ενδεχομένως άτομα που δεν έχουν μεγάλη προϊστορία με το franchise, πολλοί “veterans” θεωρούν ότι χάθηκε η καρδιά της σειράς.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σκηνικά όπως το welding θυρών, που δημιουργούσαν ξεκαρδιστικές και απρόβλεπτες στιγμές, έχουν αφαιρεθεί. Το χιούμορ περιορίζεται σε κακογραμμένες ατάκες χαρακτήρων, που επαναλαμβάνονται υπερβολικά συχνά και κουράζουν. Το αποτέλεσμα είναι μια ατμόσφαιρα πιο κοντά σε ένα generic post-apocalyptic shooter, παρά σε μια εμπειρία με δική της ξεχωριστή ταυτότητα. Η έλλειψη ιδιαίτερης αισθητικής το έκανε ένα τυπικό clone άλλων τίτλων.
Από καλλιτεχνικής πλευράς, υπάρχουν σημεία που ξεχωρίζουν. Οι ανασχεδιασμένοι εχθροί, ιδιαίτερα οι Crawlers, έχουν αποκτήσει μια αηδιαστικά όμορφη λεπτομέρεια. Τα boss fights είναι πιο φρικιαστικά, ακόμη κι αν η δυσκολία τους παραμένει χαμηλή στα πρώτα επίπεδα δυσκολίας.
Οπτικά, οι χάρτες έχουν μεγαλύτερη ποικιλία από ότι είχε το Killing Floor 2 κατά την κυκλοφορία του, κάτι που αναγνωρίζεται ως πρόοδος. Ωστόσο, συνολικά, η νέα ατμόσφαιρα μοιάζει με ένα βήμα πιο μακριά από την αυθεντικότητα και όχι πιο κοντά προς αυτήν.
Multiplayer
Το Killing Floor 3 είναι ένα παιχνίδι που δείχνει καλύτερα το πρόσωπό του στο multiplayer. Μαζί με άλλους πέντε παίκτες, οι μάχες αποκτούν ρυθμό, ένταση και στιγμές γνήσιας διασκέδασης, γεμάτη αδρεναλίνη. Το να επιβιώνεις από ένα ακραίο κύμα εχθρών, να συντονίζεσαι έστω και άτυπα με τους συμπαίκτες σου και να βλέπεις τον τελευταίο Zed να πέφτει, εξακολουθεί να είναι ικανοποιητικό. Η σταθερότητα των servers είναι σε καλό επίπεδο, αν και τρώει σκαλώματα όταν κάποιος κάνει disconnect από το match, και το matchmaking βρίσκει παίκτες σχετικά γρήγορα… ασχέτως που on average φτάνει τους 2.000, περίπου, παίκτες κατά τις ώρες αιχμής (ενδεικτικά, το Killing Floor 2 έχει on average 6.000, τις ίδιες ώρες).
Το κοινωνικό στοιχείο που χαρακτήριζε τα προηγούμενα, με events όπως το Summer Sideshow, απουσιάζει. Χωρίς αυτά όμως, η εμπειρία φαίνεται πιο στεγνή και λιγότερο ζωντανή. Υπάρχει πάντα η πιθανότητα να προστεθούν στο μέλλον με updates, αλλά προς το παρόν το multiplayer, αν και διασκεδαστικό κάποιες στιγμές, δεν καταφέρνει να κρατήσει το ενδιαφέρον για πολύ.
Η αρχη του τελους(;)
Το Killing Floor 3 έρχεται με τις δικές του φιλοδοξίες να εξελίξει τη σειρά, φέρνοντας νέες τεχνολογίες, βελτιωμένο customization και “φρέσκιες” ιδέες. Παρ’ όλα αυτά, το αποτέλεσμα είναι ένα παιχνίδι που δείχνει μισοτελειωμένο, με ασθενές τεχνικό υπόβαθρο, περιορισμένο περιεχόμενο και μια ατμόσφαιρα που έχει χάσει μεγάλο μέρος από τη γοητεία και την ταυτότητα της. Όσοι αναζητούν απλά ένα νέο co-op shooter ίσως καταφέρουν να τραβήξουν δόσεις διασκέδασης. Οι βετεράνοι της σειράς, όμως, πιθανότατα θα νιώσουν ότι η Tripwire απομακρύνθηκε από τις ρίζες που έκαναν το Killing Floor ξεχωριστό.
Η ερώτηση “αν αξίζει η αγορά του”, είναι λίγο δύσκολο να απαντηθεί, για την ώρα. Στην παρούσα του μορφή, μοιάζει περισσότερο με ένα Early Access προϊόν που ίσως βελτιωθεί μελλοντικά. Όσοι έχουν υπομονή, μπορούν να περιμένουν updates, νέα events και περισσότερους χάρτες. Όσοι όμως θέλουν μια σταθερή εμπειρία εδώ και τώρα, ίσως είναι καλύτερο να ασχοληθούν με το Killing Floor 2, που παραμένει πιο ολοκληρωμένο και γεμάτο χαρακτήρα. Το Killing Floor 3 είναι μια χαμένη ευκαιρία. Μια βάση με δυνατότητες, αλλά χωρίς την ψυχή που θα το έκανε πραγματικά άξιο συνεχιστή.
