Το Atomic Heart ήταν για πολύ καιρό ένας από αυτούς τους άπιαστους τίτλους που έμοιαζε καταδικασμένος να παραμείνει σε μία αναπτυξιακή αβεβαιότητα. Ωστόσο, η ρωσική εταιρεία Mundfish τελικά υλοποίησε το φιλόδοξο όραμά της, παρουσιάζοντας ένα παιχνίδι που εξυπηρετεί τόσο ως ένας φόρος τιμής στο είδος των immersive sim όσο και μια μοναδική εκδοχή της σοβιετικής επιστημονικής φαντασίας. Παρόλο που αντλεί σαφή έμπνευση από κλασικά παιχνίδια όπως Bioshock, Metro και Stalker, το Atomic Heart δημιουργεί τη δική του ξεχωριστή ταυτότητα, συνδυάζοντας first-person shooting με στοιχεία action RPG σε ένα περιβάλλον που κινείται μεταξύ της immersive sim εμπειρίας και των παραδοσιακών shooter.
Ένα από τα πιο συναρπαστικά στοιχεία του Atomic Heart είναι ο πλούσια διαμορφωμένος κόσμος του και η ενδιαφέρουσα υπόθεσή του. Τοποθετημένο σε μια εναλλακτική χρονική γραμμή όπου η Σοβιετική Ένωση έχει κάνει επαναστατικές επιστημονικές ανακαλύψεις χάρη σε ένα νέο σωματίδιο, το παιχνίδι απεικονίζει μια τεχνοκρατική ουτοπία που βρίσκεται στα πρόθυρα μιας μεγάλης μεταμόρφωσης. Εμείς, ως ο πρωταγωνιστής “Ταγματάρχης Sergey Alekseyevich Nechayev“, εισαγόμαστε στο “Facility 3826”, την κορυφή της σοβιετικής τεχνολογικής προόδου, λίγο πριν ξεσπάσει το χάος.
Από την πρώτη κιόλας ώρα, το παιχνίδι μας κάνει μία βαθιά βουτιά στον κόσμο του, δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα μυστηρίου και μεγαλείου. Η αφήγηση εξελίσσεται με ασυνήθιστο ρυθμό, αποκαλύπτοντας τα μυστικά της με τρόπο που μας κρατά αφοσιωμένους χωρίς να μας κατακλύζει. Ωστόσο, ορισμένοι ίσως νιώσετε πως η αφήγηση πλήττεται από τους διαλόγους μεταξύ του Nechayev και του “ΑΙ” συνοδού του, που συχνά καταλήγουν σε στιχομυθίες. Ενώ ορισμένες συνομιλίες αγγίζουν ενδιαφέροντα και ακόμη και αμφιλεγόμενα θέματα, η υπερβολική ποσότητά τους μπορεί να γίνει ενοχλητική. Ευτυχώς, η ρωσική φωνητική ερμηνεία ενισχύει σημαντικά το immersion και βελτιώνει τη συνολική εμπειρία.
Προσωπικά, εκτίμησα ιδιαίτερα αυτούς τους διαλόγους, δεδομένου το context στο οποίο γινόντουσαν και δεν μπορώ να το χρεώσω ως αρνητικό. Τα τελευταία χρόνια γινόμαστε μάρτυρες παιχνιδιών με αρκετά κακό “γράψιμο” και το Atomic Heart δεν είναι, σίγουρα, ένας τίτλος που υποφέρει από αυτό.
Στον πυρήνα του, το Atomic Heart συνδυάζει stealth, γρίφους και μάχες. Οι πρώτες ώρες του παιχνιδιού μπορεί να φαίνονται ιδιαίτερα αργές, με τις μάχες αρχικά να δίνουν μια αίσθηση υποτονικότητας λόγω της αδύναμης αίσθησης των όπλων. Ωστόσο, το παιχνίδι αποκαλύπτει σταδιακά το βάθος του και καθώς προστίθενται περισσότερα όπλα, δυνάμεις και εχθροί, η εμπειρία γίνεται πολύ πιο συναρπαστική.
Οι αναβαθμίσεις των όπλων παίζουν κρίσιμο ρόλο, επιτρέποντας μας να τροποποιούμε τα όπλα με διαφορετικά modes πυροδότησης, elements και χαρακτηριστικά. Το γάντι του πρωταγωνιστή, ένα βασικό εργαλείο του gameplay που εξίσου δέχεται αναβαθμίσεις και τροποποιήσεις, συλλέγει αυτόματα πόρους (με το παρατεταμένο πάτημα ενός κουμπιού), εξοικονομώντας χρόνο. Επιπλέον, το σύστημα μάχης σώμα με σώμα γίνεται πιο απολαυστικό καθώς προχωρά το παιχνίδι.
Ωστόσο, υστερεί στο σχεδιασμό των εχθρών. Πολλοί αντίπαλοι, ιδιαίτερα στις πρώτες ώρες, εμφανίζουν άκαμπτες κινήσεις και έλλειψη ποικιλίας, καθιστώντας τις μάχες επαναλαμβανόμενες. Οι μάχες με τα bosses είναι οπτικά εντυπωσιακές και καλά σχεδιασμένες. Ειδικά στο τελευταίο επίπεδο δυσκολίας (Armageddon), είναι πλήρως ικανοποιητικές οι νίκες και δεν ένιωσα πως με κουράζει η “σφουγγαρένια” φύση τους, κάτι που για αρκετούς ίσως είναι ένα turn-off. Αν αναλογιστούμε το πόσο “overpowered” μπορεί να είναι μία μελετημένη τακτική αντιμετώπισης, αξιοποιώντας όλα τα εργαλεία που έχουμε στην διάθεση μας, τότε δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά. Άλλωστε, η αίγλη σε αρκετά παιχνίδια, όπως τα Soulslike, βρίσκεται στην υπομονή και την επιμονή.
Το Atomic Heart πραγματικά διαπρέπει στον καλλιτεχνικό του σχεδιασμό. Ο οπτικός σχεδιασμός του είναι ένας εντυπωσιακός συνδυασμός dieselpunk, steampunk και ρετροφουτουρισμού, όλα ενσωματωμένα σε μια σοβιετική αισθητική. Από τα τεράστια, επιβλητικά αγάλματα μέχρι τους σχολαστικά σχεδιασμένους εσωτερικούς χώρους, κάθε περιβάλλον είναι γεμάτο λεπτομέρειες και ιστορία. Η ατμόσφαιρα του είναι από τις καλύτερες που έχω βιώσει και ειδικά στο Armageddon, μπορεί να γίνει αρκετά “φοβιστική”.
Συμπληρώνοντας την εντυπωσιακή ατμόσφαιρα, έχουμε ένα εξαιρετικό, ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ, soundtrack από τους Mick Gordon, Andrey “Boogrov” Bugrov, και Geoffrey Day. Ο συνδυασμός κλασικών συνθέσεων με ηλεκτρονικά-industrial στοιχεία ενισχύει την ατμόσφαιρα του παιχνιδιού, καθιστώντας κάθε σκηνή πιο κινηματογραφική. Μου έκανε τεράστια εντύπωση το γεγονός πως άκουσα remixes από κομμάτια που γνώριζα, αλλά δεν περίμενα να υπάρχουν στο παιχνίδι.
Παρά τα εντυπωσιακά γραφικά του, το Atomic Heart αποδίδει εξαιρετικά (πλέον) σε διάφορες πλατφόρμες. Σε ισχυρά PCs, επιτυγχάνει ομαλά τριψήφια frame rates, ενώ στις κονσόλες διατηρεί σταθερή απόδοση χωρίς σημαντική απώλεια ποιότητας. Ωστόσο, υπάρχουν κάποια bugs, αν και κανένα δεν είναι αρκετά σοβαρό για να χαλάσει την εμπειρία.
Κατά την κυκλοφορία του, αξίζει να αναφερθεί πως είχε τα θέματα του, σε κάθε τομέα. Υπήρχε προβληματικός χειρισμός, performance issues και άλλα συναφή, τα οποία μπορώ να πω με ευχαρίστηση πως πλέον αποτελούν παρελθόν.
Το DLC Annihilation Instinct προσφέρει μια επέκταση που, ενώ εισάγει νέα όπλα και εχθρούς, μειώνει σημαντικά την πολυπλοκότητα και το τακτικό βάθος του βασικού παιχνιδιού. Η αφαίρεση διαφόρων ικανοτήτων όπως το Shock, σε συνδυασμό με ένα μειωμένο οπλοστάσιο, περιορίζει τη στρατηγική, αναγκάζοντάς μας να ακολουθήσουμε μια πιο απλοϊκή προσέγγιση (linear). Παρόλο που τα νέα όπλα, το Klusha, ένα ισχυρό δόρυ, και το The Shaper, ένα βαρύ πολυβόλο, προσφέρουν διασκεδαστικές στιγμές, μας περιορίζουν αρκετά.
Ο ρυθμός του παιχνιδιού είναι επίσης ασυνεπής, εναλλάσσοντας μεταξύ ακραίων κυμάτων εχθρών και μεγάλων τμημάτων αδιάφορης περιήγησης σε διαδρόμους, επιδεινώνοντας την αίσθηση της επανάληψης. Επιπλέον, η μάχη σώμα με σώμα σε προοπτική πρώτου προσώπου φαίνεται αδέξια στις χαοτικές συγκρούσεις, καθιστώντας τις αναμετρήσεις με εχθρούς λιγότερο συναρπαστικές.
Πέρα από τις μάχες, το Annihilation Instinct πάσχει από έλλειψη ουσιαστικού περιεχομένου και ποικιλομορφίας. Με απλά λόγια, πρόκειται για ένα filler. Ο σχεδιασμός των επιπέδων είναι σε μεγάλο βαθμό γραμμικός, προσφέροντας ελάχιστες ευκαιρίες για εξερεύνηση, κρυμμένα αντικείμενα ή δευτερεύουσες αποστολές, σε αντίθεση με το κύριο campaign. Η ποικιλία των εχθρών είναι επίσης περιορισμένη, αναγκάζοντας μας να αντιμετωπίζουμε το ίδιο boss δύο φορές. Αν και οι νέοι ανδροειδείς εχθροί και τα σφαιρικά robot που εκτοξεύουν laser προσθέτουν κάποια φρεσκάδα, δεν αντισταθμίζουν την έλλειψη ποικιλίας του βασικού παιχνιδιού.
Η ιστορία, που επικεντρώνεται στην ανεξέλεγκτη τεχνητή νοημοσύνη Nora, παραμένει ασαφής και παρουσιάζεται με αδύναμο τρόπο μέσω ασύνδετων διαλόγων και εξωτερικών γεγονότων, καθιστώντας δύσκολη την επένδυση στο αφηγηματικό κομμάτι. Παρόλο που η περιβαλλοντική αφήγηση και τα διάσπαρτα έγγραφα προσθέτουν κάποιο βάθος στο lore, δεν αρκούν.
Τελικά, το Annihilation Instinct δεν θα έλεγα πως ανταποκρίνεται στις προσδοκίες, αν αυτές είναι ένα ολοκληρωμένο expansion, μοιάζοντας με μια απογυμνωμένη και κάπως απογοητευτική προσθήκη στο Atomic Heart. Θα μπορούσε να είναι ένα 2ωρο side mission του παιχνιδιού. Τονίζω ξανά, πως αυτά ισχύουν αν οι προσδοκίες αφορούν ένα ολοκληρωμένο expansion ή έστω κάτι πιο “απλωμένο”. Ως DLC, μπορώ να πω πως έχω παίξει και χειρότερα.
Αν το πρώτο DLC ήταν κάπως “μεχ” για αρκετούς, τότε περιμένετε μέχρι να παίξετε το δεύτερο DLC. Το Trapped in Limbo, απομακρύνεται τολμηρά από τη βασική φόρμουλα του παιχνιδιού, αντικαθιστώντας την παραδοσιακή μάχη με όπλα με σουρεαλιστικούς platforming μηχανισμούς – λαμβάνουμε μία πρώτη γεύση κατά το κύριο campaign.
Τοποθετημένο σε έναν υποσυνείδητο κόσμο όπου παράξενα τοπία συνδυάζουν τη νοσταλγία της παιδικής ηλικίας με αναμνήσεις πολέμου, το Trapped in Limbo μεταμορφώνει τον Ταγματάρχη Nechayev σε ένα άμορφο, αιλουροειδές πλάσμα, το οποίο πρέπει να πλοηγηθεί σε μια σειρά από φυσικά καθοδηγούμενες platforming προκλήσεις.
Το πρώτο μισό του DLC εισάγει μηχανισμούς “surfing”, παρόμοιους με τους custom χάρτες του Counter-Strike, όπου γλιστράμε σε διαγώνιες επιφάνειες για να αποκτήσουμε ταχύτητα. Παρόλο που αυτή η προσθήκη φέρνει μια διαφορετική αύρα, η έλλειψη ελέγχου ταχύτητας συχνά οδηγεί σε απογοητευτικές πτώσεις, καθιστώντας ορισμένα τμήματα του παιχνιδιού περισσότερο εκνευριστικά παρά διασκεδαστικά. Αρκετά εκνευριστικά. Δυστυχώς, αυτά τα τμήματα δεν μπορούν να παραλειφθούν, κάτι που μπορεί να αποθαρρύνει ορισμένους.
Το δεύτερο μισό του DLC επιστρέφει σε πιο παραδοσιακή platforming φόρμουλα, απαιτώντας ακριβή άλματα και αναρρίχηση, ενώ τα μήλα λειτουργούν ως το “νέο” νόμισμα για την απόκτηση όπλων και ικανοτήτων.
Παρά την ιδιαίτερη προσέγγισή του, το Trapped in Limbo υποφέρει από επαναλαμβανόμενες μάχες με boss και περιορισμένες πολεμικές αλληλεπιδράσεις, καθώς βλέπουμε την εμφάνιση ενός μόνο εχθρού (πολλές φορές) σε όλη τη διάρκεια του DLC. Κρυμμένα νομίσματα προσφέρουν ένα μικρό κίνητρο για εξερεύνηση, επιτρέποντας μας να ξεκλειδώσουμε διακοσμητικές εμφανίσεις όπλων, αλλά αυτές οι προσθήκες μοιάζουν περισσότερο με επιφανειακές λεπτομέρειες παρά με ουσιαστικό περιεχόμενο.
Ωστόσο, όπως και το υπόλοιπο παιχνίδι, προσφέρει ένα τρομερό soundtrack με νοσταλγικές σοβιετικές επιτυχίες, προσθέτοντας στη μοναδική του ατμόσφαιρα – λατρεύω το γεγονός πως περιλάμβανε το αγαπημένο μου κομμάτι “Na Zare“ από τους Alyans.
Παρόλο που το Trapped in Limbo αποτελεί μια δημιουργική απόκλιση από το βασικό gameplay του Atomic Heart, η αλλαγή του style ενδέχεται να μην ταιριάζει σε όλους.
Το Enchantment Under the Sea, το τελευταίο DLC που κυκλοφόρησε πρόσφατα, προσφέρει μια πλούσια και επιμελώς σχεδιασμένη συνέχεια της ιστορίας, εξερευνώντας τα γεγονότα μετά το αληθινό τέλος και το DLC Trapped in Limbo.
Με τον Nechayev να ξυπνά στα ερείπια του Chelomey, το παιχνίδι δημιουργεί αμέσως μια αίσθηση επείγουσας ανάγκης και έντασης καθώς μάχεται μέσα από ορδές δυσλειτουργικών robot και νέων εχθρών, οπλισμένος με ένα φρέσκο οπλοστάσιο από όπλα και ικανότητες. Η εισαγωγή του grapple-hook προσθέτει ένα δυναμικό στοιχείο στις μάχες και τη μετακίνηση, επιτρέποντας γρήγορη και ευέλικτη κίνηση που θυμίζει Doom Eternal. Αυτό, σε συνδυασμό με τη νέα καραμπίνα ταχείας βολής και το ρόπαλο Thunderer, προσφέρει μια πιο συναρπαστική και στρατηγική προσέγγιση, κάτι που έλειπε από τα προηγούμενα DLC.
Η ποικιλία των τοποθεσιών, από κατεστραμμένα εργαστήρια μέχρι υποβρύχιους διαδρόμους που θυμίζουν έντονα το Bioshock, διατηρεί την εμπειρία φρέσκια, ενώ τα καλοσχεδιασμένα μυστικά και οι στοιχειοθετημένες πληροφορίες εμπλουτίζουν τον κόσμο του παιχνιδιού.
Οι μάχες με τα boss στο Enchantment Under the Sea ξεχωρίζουν ως ένα από τα μεγαλύτερα πλεονεκτήματα του DLC, διαθέτοντας μοναδικούς μηχανισμούς που μας προκαλούν με συναρπαστικούς τρόπους. Η προσθήκη μεταλλαγμένων καβουριών, νέων επιθετικών robot και καλαμαριών δημιουργεί ποικιλία στις μάχες, με την αίσθηση επανάληψης να παραμένει στο ελάχιστο. Η σχέση μεταξύ του P-3 (Nechayev) και της συζύγου του, Ekaterina, που τώρα κατοικεί στο γάντι του, προσθέτει συναισθηματικό βάρος στην αφήγηση, καθιστώντας την έναν από τους βασικούς άξονες της εμπειρίας.
Το lore του παιχνιδιού αποτελεί επίσης σημαντικό πλεονέκτημα, με αμέτρητες αναφορές στη ρωσική κουλτούρα, λογοτεχνία και memes που ενσωματώνονται διακριτικά στον κόσμο του παιχνιδιού. Ωστόσο, παρά τη λάμψη της αφήγησης και των καινοτομιών στο gameplay, η ενσωμάτωση διαφημίσεων εντός του παιχνιδιού μοιάζει παράταιρη. Προϊόντα όπως τα πολυτελή κουτιά Fedoskino και οι συνεργασίες με αλυσίδες παντοπωλείων διαταράσσουν το immersion και φαίνονται εκτός τόπου, στο σύμπαν του παιχνιδιού.
Παρά αυτές τις μικρές αδυναμίες, το Enchantment Under the Sea είναι ένα υποδειγματικό DLC που βελτιώνει την εμπειρία του Atomic Heart σχεδόν σε κάθε επίπεδο. Το εμπλουτισμένο lore, οι εκλεπτυσμένοι μηχανισμοί μάχης και τα όμορφα σχεδιασμένα περιβάλλοντα το καθιστούν την πιο συναρπαστική επέκταση μέχρι σήμερα, προσφέροντας τόσο βάθος όσο και εκρηκτική δράση.
Αν και κάποιοι μπορεί να βρουν τις αυξήσεις δυσκολίας και την τοποθέτηση προϊόντων ενοχλητικές, το συνολικό πακέτο αποτελεί σημαντική βελτίωση σε σχέση με τα προηγούμενα DLC. Με μόλις ένα DLC/Expansion να απομένει, η Mundfish έχει θέσει τον πήχη ψηλά για το τελικό κεφάλαιο.
Το Atomic Heart είναι ένα φιλόδοξο και βαθιά απορροφητικό παιχνίδι που, αν και όχι τέλειο, δείχνει την αφοσίωση της Mundfish στο όραμά της. Ο μοναδικός του κόσμος, ο συναρπαστικός καλλιτεχνικός σχεδιασμός και το εξαιρετικό soundtrack το καθιστούν μια αξέχαστη εμπειρία, παρά τις όποιες αδυναμίες του.
Ο λόγος που βρίσκεται τόσο ψηλά στα μάτια μου είναι το συνολικό αποτέλεσμα που προσφέρει ως τίτλος, στο ευρύτερο πλαίσιο της βιομηχανίας. Πρόκειται για έναν τίτλο που δεν φοβάται και δεν “χαρίζει”. Σε αυτό που ελπίζω να συμφωνούμε είναι πως είτε μας αρέσει ένας τίτλος, είτε όχι, υπάρχει τεράστια ανάγκη στην βιομηχανία για τέτοιες τολμηρές και original ιδέες που δεν αποσκοπούν στο “τικάρισμα” ενός checklist. Ποτέ δεν θα με δείτε να κατακρίνω έναν τίτλο για ορισμένες παρατυπίες, λαμβάνοντας υπόψιν πάντα το context και το background, μόνο και μόνο για να ακολουθήσω την κοινή γνώμη. Όταν κάτι δεν είναι “my cup of tea”, δεν σημαίνει απαραίτητα πως δεν είναι ένα “masterpiece” ή πως δεν πρέπει να το αναγνωρίσουμε ως ένα τέτοιο.
Έτσι λοιπόν, πιστεύω πραγματικά πως είναι ένας τίτλος που του αξίζουν όλα τα εύσημα και ευελπιστώ σε περισσότερες τέτοιες κυκλοφορίες. Η βιομηχανία έχει τεράστια ανάγκη από τέτοιες καλλιτεχνικές ελευθερίες, περισσότερο από ποτέ, με τα καλά και τα κακά που μπορεί να επιφέρει μία τέτοια κίνηση.
